Περιβαλλον

Μπορεί η ΕΕ να χαράξει μια βιώσιμη μετάβαση σε μεγαλύτερη αυτάρκεια σε πρωτεΐνες;

Η ζήτηση της ΕΕ για τρόφιμα και ζωοτροφές πλούσια σε πρωτεΐνες ενισχύεται από την εξάρτηση των εισαγωγών από ζωοτροφές υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες από τρίτες χώρες, εκθέτοντας τόσο τους παραγωγούς όσο και τους καταναλωτές της ΕΕ στις παγκόσμιες διακυμάνσεις των τιμών και στα τρωτά σημεία της αλυσίδας εφοδιασμού. Επιπλέον, οι ζωοτροφές υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες, όπως το εισαγόμενο σογιάλευρο, συνδέονται με την επέκταση της γεωργικής γης και την αποψίλωση των δασών, γεγονός που εγείρει περιβαλλοντικές ανησυχίες.

Για να υποστηριχθεί τόσο η πολιτική όσο και η δημόσια συζήτηση σχετικά με την εξάρτηση της ΕΕ από εισαγόμενα προϊόντα πλούσια σε πρωτεΐνες, μια νέα μελέτη του ΚΚΕρ εξέτασε τέσσερα υποθετικά σενάρια για την αναμόρφωση της προσφοράς και της ζήτησης πρωτεϊνών της ΕΕ. Αξιολογώντας τις επιμέρους και συνδυασμένες επιπτώσεις αυτών των σεναρίων, οι επιστήμονες του ΚΚΕρ διερεύνησαν πιθανές οδούς για τη μείωση της εξάρτησης της ΕΕ από τις παγκόσμιες αγορές και την αύξηση της αυτάρκειας σε πρωτεΐνες.

Παράλληλα με τη δημοσίευση της εν λόγω μελέτης του ΚΚΕρ, η Επιτροπή δημοσίευσε τέσσερα ενημερωτικά δελτία σχετικά με την προσφορά και τη ζήτηση πρωτεϊνών για τρόφιμα και ζωοτροφές, στα οποία υποβλήθηκαν εκθέσεις σχετικά με τις παρεμβάσεις της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ) για τη μείωση του ελλείμματος της ΕΕ σε φυτικές πρωτεΐνες. Τα εν λόγω ενημερωτικά δελτία περιγράφουν τις δραστηριότητες έρευνας και καινοτομίας της ΕΕ στον τομέα της προσφοράς και της ζήτησης πρωτεϊνών και επισημαίνουν τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουν τα κράτη μέλη όσον αφορά τις πολιτικές τους για τις πρωτεΐνες.

Επί του παρόντος, 20 στρατηγικά σχέδια της ΚΓΠ χρησιμοποιούν συνδεδεμένη εισοδηματική στήριξη για πρωτεϊνούχες καλλιέργειες. Σχεδόν όλα τα κράτη μέλη έχουν προγραμματίσει στα στρατηγικά τους σχέδια για την ΚΓΠ τουλάχιστον μία παρέμβαση για οικολογικό πρόγραμμα ή γεωργοπεριβαλλοντικές και κλιματικές δεσμεύσεις για την προώθηση της συμπερίληψης πρωτεϊνούχων καλλιεργειών στα αροτραία συστήματα καλλιέργειας, λόγω των κλιματικών και περιβαλλοντικών οφελών που προσφέρουν.

Ο τομέας της κτηνοτροφίας της ΕΕ καταναλώνει περίπου 71 εκατομμύρια τόνους ακατέργαστης πρωτεΐνης σε ζωοτροφές ετησίως, εκ των οποίων το 24 % εισάγεται. Μέρος αυτού είναι οι ζωοτροφές υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες, οι οποίες είναι ζωτικής σημασίας για τη βελτιστοποίηση της ανάπτυξης και της παραγωγικότητας των ζώων. Επί του παρόντος, το 66 % των ζωοτροφών υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες της ΕΕ εισάγεται και, κυρίως, το 96 % του αλεύρου σόγιας — η κύρια τροφή υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες της ΕΕ — προέρχεται από χώρες εκτός της ΕΕ.

Αυτή η εξάρτηση από εισαγόμενες πηγές πρωτεϊνών εκθέτει την ΕΕ στην αστάθεια της παγκόσμιας αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των διακυμάνσεων των τιμών και των διαταραχών της αλυσίδας εφοδιασμού.

Η αντιμετώπιση του χάσματος πρωτεϊνών της ΕΕ απαιτεί τόσο οικονομικές όσο και περιβαλλοντικές προσεγγίσεις, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα και τη βιωσιμότητα.

Ποιες είναι οι επιλογές και τα οφέλη;

Διερευνώντας συνέργειες και συμβιβασμούς στο πλαίσιο της προσέγγισης των συστημάτων τροφίμων, οι επιστήμονες του ΚΚΕρ αξιολόγησαν τις επιμέρους και συνδυασμένες επιπτώσεις τεσσάρων υποθετικών σεναρίων για την ΕΕ:

  1. Παροχή ειδικής στήριξης για την παραγωγή πρωτεϊνούχων καλλιεργειών·
  2. Αλλαγή των πρακτικών ζωοτροφών·
  3. Αναδιάρθρωση του ζωικού κεφαλαίου·
  4. Μετάβαση σε περισσότερες φυτικές δίαιτες.

Τα αποτελέσματα αποκαλύπτουν ότι ένας συνδυασμός αυτών των προσεγγίσεων που αφορούν τόσο τους παράγοντες της προσφοράς όσο και της ζήτησης στην ΕΕ μπορεί να μειώσει σημαντικά την εξάρτηση της ΕΕ από τις εισαγόμενες πρωτεϊνούχες ζωοτροφές, επιτυγχάνοντας παράλληλα περιβαλλοντικά οφέλη. Σύμφωνα με αυτό το συνδυασμένο σενάριο, οι γεωργικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ θα μειωθούν κατά 5,6 %.

Η μείωση αυτή οφείλεται κυρίως στις χαμηλότερες εκπομπές μεθανίου και υποξειδίου του αζώτου από την εντερική ζύμωση, καθώς και στη διαχείριση και εφαρμογή της κοπριάς. Η μείωση συνεπάγεται μείωση κατά 6,6 % του γεωργικού μεθανίου και μείωση των εκπομπών υποξειδίου του αζώτου κατά 3,3 %.

Μεταξύ των σεναρίων που αξιολογήθηκαν, η στροφή προς περισσότερο φυτική διατροφή αναδεικνύεται ως η πλέον μετασχηματιστική, μειώνοντας σημαντικά τη ζήτηση πρωτεϊνών για ζωοτροφές και μειώνοντας τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τη γεωργία.

Ενώ μέτρα όπως η αύξηση της συνδεδεμένης εισοδηματικής στήριξης για τις πρωτεϊνούχες καλλιέργειες και η υιοθέτηση στρατηγικών χαμηλής περιεκτικότητας σε άζωτο μπορούν να προσφέρουν πιο μέτρια οφέλη, εξακολουθούν να συμβάλλουν στην ενίσχυση της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας των καλλιεργειών, όπως οι σπόροι σόγιας και τα όσπρια.

Τα αποτελέσματα της ανάλυσης σεναρίων καταδεικνύουν σαφώς ότι η μείωση της εξάρτησης της ΕΕ από εισαγόμενες πρωτεΐνες ζωοτροφών και η επίτευξη σημαντικών περιβαλλοντικών βελτιώσεων απαιτεί την από κοινού αντιμετώπιση της προσφοράς και της ζήτησης πρωτεϊνών. Αυτό απαιτεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που θα λαμβάνει υπόψη τις πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις μεταξύ του γεωργικού τομέα και του ευρύτερου συστήματος τροφίμων.

Σχετικοί σύνδεσμοι

Γεφύρωση του χάσματος πρωτεϊνών της ΕΕ — κινητήριες δυνάμεις, συνέργειες και συμβιβασμοί

Μείωση του ελλείμματος φυτικών πρωτεϊνών της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Γράψτε σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *